ιν φόλιο

ιν φόλιο
(in folio). Ονομασία του σχήματος που αποκτά ένα φύλλο χαρτιού, αφού τυπωθεί και διπλωθεί παράλληλα προς τη στενότερη πλευρά του σχηματίζοντας έτσι δύο φύλλα ή τέσσερις σελίδες. Προέρχεται από τις λατινικές λέξεις in, που σημαίνει μέσα, και folio, που σημαίνει φύλλο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αρχέτυπα — Βιβλία που τυπώθηκαν στα πρώτα χρόνια της τυπογραφίας έως και το 1501. Τα α. είναιδύο ειδών: ξυλογραφικά και τυπογραφικά. Τα πρώτα τυπώνονταν από ξύλινες πλάκες, πάνω στις οποίες χάραζαν τις λέξεις. Τα δεύτερα είχαν τυπογραφικά κινητά στοιχεία,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”